05/01/12
Source: Fourtounis
Φρεντ Μπουασονά, ο φιλέλληνας φωτογράφος των αρχών του 20ου αιώνα
Ο Φρεντ Μπουασονά, (1858-1946 Γενεύη) ήταν Γαλλοελβετός φωτογράφος, ιδιαίτερα γνωστός για την φωτογραφική τεχνική του αλλά και την εκτεταμένη φωτογράφιση του ελληνικού χώρου επί τριάντα περίπου έτη, μαζί με τον συνοδοιπόρο του Ντανιέλ Μπο-Μποβί, διευθυντή της Σχολής Καλών Τεχνών της Γενεύης. Το έργο του, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον στην Ελλάδα θεωρείται εν γένει «πρωτοποριακό αλλά και καθοριστικό για την εξέλιξη της ελληνικής φωτογραφίας κατά τον 20ό αιώνα»
Η οικογένεια των Μπουασονά κατάγεται από τη νότια Γαλλία, από το Livron, ένα χωριό κοντά στη Μασσαλία. Όταν στη Γαλλία το κλίμα για τους προτεστάντες έγινε εχθρικό οι πρόγονοι του Φρεντ – μαζί με πολλές άλλες οικογένειες- αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Γενεύη. Η καταγωγή της οικογένειας έκανε τον Φρεντ να πιστεύει πως ήταν απόγονος γενναίων Ελλήνων θαλασσοπόρων…
Γόνος «φωτογραφικής δυναστείας», ως περιγράφεται, o νεαρός Μπουασονά φέρεται ως πολύπλευρο ταλέντο που συνδύαζε τα σπορ (αλπινισμός), τη μουσική και τις καλές τέχνες. Επηρεασμένος από τον δάσκαλό του Ούγγρο Κόλερ, ανέπτυξε τη δική του τεχνική στη φωτογραφία, η οποία, μαζί με τη χρήση νέων υλικών, τού απέφερε πολλές διεθνείς διακρίσεις, μεταξύ άλλων το πρώτο βραβείο της παγκόσμιας έκθεσης του Παρισιού. Το εργαστήριο που κληρονόμησε από τον πατέρα του το διαχειρίστηκε μαζί με τον χημικό αδελφό του Εντμόν-Βικτόρ. Η ορθοχρωματική πλάκα, δική τους επινόηση έδινε βελτιωμένο φωτογραφικό αποτέλεσμα.
Εκείνα τα χρόνια ο Μπουασονά ασχολιόταν κυρίως με προσωπογραφίες, οι οποίες ήταν και πιο προσοδοφόρες. Ήδη στα 1900 το εργαστήριο πήγαινε πολύ καλά και το 1901 ο Μπουασονά άνοιξε ένα υποκατάστημα στο Παρίσι και ένα στη Ρεμς.
Φωτογραφίζοντας το Mont-Blanc, με τηλεφακό κατασκευασμένο στην Αγγλία, κατόρθωσε να διακρίνει το μπλε του ουρανού από το λευκό του χιονιού στη φωτογράφισή του, διαμορφώνοντας μια φωτογραφία που έκανε τον γύρο του κόσμου
Το 1903, μαζί με τον Ντανιέλ Μπο-Μποβί, ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Το 1907 επανήλθε και το 1913, πάλι με τη συντροφιά του Μποβύ και με τον λιτοχωρίτη κυνηγό Χρήστο Κάκκαλο, είναι ο πρώτος που ανέβηκε στον Μύτικα, την υψηλότερη κορυφή του Ολύμπου. Το 1930 πραγματοποίησε το τελευταίο του ταξίδι στην Ελλάδα και επισκέφθηκε το Άγιο Όρος.
Οι φωτογραφίες που τράβηξε εκεί αφορούν τη μοναστική αρχιτεκτονική, είτε ως γενικά πλάνα των εσωτερικών αυλών, είτε ως πιο κοντινά και λεπτομερειακά, ενώ εντυπωσιακή είναι η απόλυτη απουσία απεικόνισης θρησκευτικής τελετής ή λειτουργίας – στοιχείο που καταδεικνύει την προσαρμογή του φωτογράφου στο αυστηρό τυπικό της αγιορειτικής κοινωνίας.
Πέθανε στη γενέτειρά του, τη Γενεύη, το 1946.
Μέσα από τις φωτογραφίες και τα λευκώματά του παρουσιάζει ένα πανόραμα της Ελλάδας του μεσοπολέμου, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης για την Ελλάδα την ίδια περίοδο.
Ο καλλιτέχνης, πέρα από το καταγραφικό ενδιαφέρον του για όλα όσα εξαφανίζονται, μας δίνει μια εικόνα της Ελλάδας που εκτείνεται πέρα από την εθνογραφική μαρτυρία.
Η μεγάλη πίστη και ο θαυμασμός του για τη χώρα αυτή μεταδίδονται μέσα από το έργο του με μια τρυφερότητα και μια αγάπη που η δύναμη τους ακόμη και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, δίνει ψυχή σ’ αυτά τα κομμάτια χαρτιού, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν παραμείνει απλές φωτογραφίες….
Λίγοι αγάπησαν την Ελλάδα όσο ο Φρεντ Μπουασονά. Ο ίδιος έγραψε στα 1910: «Αυτός ο λαός, τόσο στις ακτές όσο και στο εσωτερικό της χώρας, ο ψαράς της Αίγινας, ο γεωργός της Αργολίδας, ο βοσκός του Χελμού ή του Παρνασσού, όλος αυτός ο λαός έχει τόσο σπινθηροβόλο πνεύμα, τόση καλοσύνη, τόσο πάθος για την ελευθερία, μια τέτοια λατρεία για το παρελθόν του, μια τέτοια προσήλωση στις αρχαίες συνήθειες…»
6.000 λήψεις
Οι φωτογραφίες των Αλπεων μπορεί να του άνοιξαν τον δρόμο για τον γύρο της κλασικής Ελλάδας, αλλά ο ίδιος ο Μπουασονά ήταν ήδη συγκινησιακά, ιδεολογικά και αισθητικά κοινωνός της ελληνικής ιδέας, εξιδανικευμένης, φυσικά, μέσα στους κόλπους του πατροπαράδοτου ελβετικού φιλελληνισμού. Σήμερα, οι περίπου 6.000 ελληνικές φωτογραφίες του Φρεντ Μπουασονά (μέρος ενός αρχείου 150.000 λήψεων) έχουν μυθοποιήσει τα ταξίδια του στην Ελλάδα ανάμεσα στο 1903 και το 1928.
Αποσπασματικά το έργο του είναι γνωστό στο ελληνικό κοινό, το όνομά του είναι συνδεδεμένο με την προ-βιομηχανική Ελλάδα, με την πρωτόγονη αστική κοινωνία και την επιβίωση του παγανιστικού ιδεαλισμού στις νεο-βυζαντινές κοινότητες. Αυτό το όνειρο-χίμαιρα, που έθρεψε την εικόνα της νεότερης Ελλάδας, συνδέεται εμμέσως με τα ταξίδια του Μπουασονά (και του συνοδοιπόρου του Ντανιέλ Μπω-Μποβί) καθώς και με το «προσκύνημά» του (θυμίζοντας τις διαδρομές των περιηγητών), αλλά η ματιά του Μπουασονά στην Ελλάδα αδικείται από μια τέτοια φορμαλιστική, «εύκολη» και εν πολλοίς στερεότυπη ερμηνεία.
Για πρώτη φορά, ένα σημαντικό τμήμα των Αρχείων του Μπουασονά από τα ταξίδια στην Ελλάδα παρουσιάζεται αυτήν την περίοδο από την ιστορική Ριζάρειο. Είναι η έκθεση «Εικόνες της Ελλάδας» που εγκαινιάζεται σήμερα παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, κ. Kων. Στεφανόπουλου, στην Ηπειρο, στο Ριζάρειο Εκθεσιακό Kέντρο Μονοδενδρίου Ζαγορίου.
Αυτήν την έκθεση οργάνωσε με μεγάλη σχολαστικότητα και φροντίδα το Ριζάρειο Ιδρυμα (με τη συνεργασία του πρακτορείου «Απειρον») παρουσιάζοντας για πρώτη φορά περίπου 130 φωτογραφίες μεγάλων διαστάσεων από το Αρχείο Boissonnas της Γενεύης, ιδιοκτήτης του οποίου είναι ο Gad Borel, φωτογράφος ο ίδιος και καθηγητής στο Kολέγιο της Γενεύης.
Μαζί με την έκθεση θα κυκλοφορήσει και ένα βιβλίο τέχνης αφιερωμένο στον Φρεντ Μπουασονά, η πρώτη ουσιαστικά μονογραφία στην ελληνική γλώσσα. Είναι από τις σπάνιες φορές μια τόσο πολυσήμαντη έκθεση να παρουσιάζεται σε ένα χώρο της περιφέρειας, ακολουθώντας αντίστροφη πορεία: το φθινόπωρο θα μεταφερθεί στο Μουσείο Μπενάκη, ενώ ανάμεσα σε άλλους εκθεσιακούς χώρους που θα ακολουθήσουν συγκαταλέγεται και το Ωνάσειο Ιδρυμα της Νέας Υόρκης.
Μοναδικά τοπία
Ο Φρεντ Μπουασονά υπήρξε από τους ελάχιστους ξένους φωτογράφους που έστρεψα τον φακό τους σε όλες τις πτυχές της ελληνικής κοινωνίας. Φωτογράφισε τη φύση, τα μοναδικά τοπία της Παρνασσίδας αλλά και της Μακεδονίας και του Αιγαίου, τα αρχαία μνημεία, την αστική ζωή της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Ανεκτίμητες οι σκηνές δρόμου από την Αθήνα του 1919 όπως και οι εξαιρετικά δραματικές λήψεις της ζωής στην ύπαιθρο.
Πολλά από τα ομαδικά πορτρέτα Ελλήνων αναδύουν μία αιφνιδιαστική νεωτερικότητα καθώς σε πολλές περιπτώσεις στέκουν αδιάφορα σε ιδεολογικούς και συναισθηματικούς συσχετισμούς, ανοίγοντας τον δρόμο για μία νέα ερμηνεία του ελληνικού τόπου. Δραματικές οι λήψεις του Παρθενώνα, με τα λιμνάζοντα ύδατα της καταιγίδας, την οποία ο φακός του Μπουασονά περίμενε με αγωνία για να ανατρέψει τη στερεότυπη εικόνα μιας Ελλάδας που διαλύεται στο λιοπύρι.
Η έκθεση στο Μονοδένδρι, στο εκθεσιακό κέντρο που στεγάζεται από πέρυσι σε ένα θαυμάσια αποκατεστημένο ηπειρώτικο αρχοντικό (με συγχρηματοδότηση του διασυνοριακού προγράμματος INTERREG ΙΙ και του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος»), συνεχίζει μια παράδοση ανάδειξης της φωτογραφικής τέχνης. Εκεί, μέσα στις φυλλωσιές της ηπειρώτικης φύσης, είχε παρουσιαστεί η έκθεση «Α Greek Portfolio» του Kωνσταντίνου Μάνου και η έκθεση «Ζαγορισίων Βίος», με εξαίρετα ντοκουμέντα της περιόδου 1890-1950.
Σε αυτόν τον νεότευκτο χώρο που έχει ήδη δηλώσει με σαφήνεια τον προσανατολισμό του και τις υψηλές επιλογές του, έρχεται τώρα η τέχνη του Φρεντ Μπουασονά να εκτεθεί στα νέα βλέμματα, στους νέους συσχετισμούς, στις νέες ερμηνείες που ζητάει ο 21ος αιώνας. Αναδύεται, αίφνης ο Μπουασονά, ο αισθητής των 1903, ως ένας λεπταίσθητος νεωτεριστής, πιο μπροστά ίσως από τη συμβατική, τουλάχιστον, ερμηνεία της φωτογραφικής εικόνας της εποχής του.
Από… τζάκι
Για να καταλάβει κανείς τον Φρεντ Μπουασονά είναι χρήσιμο να τον δει μέσα από το πρίσμα του περιβάλλοντός του. Είναι γόνος μιας φωτογραφικής δυναστείας. Οι Μπουασονά στράφηκαν στη φωτογραφία όταν η ωρολογοποιία είχε αντιμετωπίσει μια σοβαρή κρίση. Η φωτογραφία ήταν το επάγγελμα του μέλλοντος και στα 1860, ο πατέρας του Φρεντ Μπουασονά άνοιξε στη Γενεύη το πρώτο φωτογραφείο με την επωνυμία της οικογενείας, που στηρίζεται και από άλλα μέλη που κρατούν το όνομα Μπουασονά ώς το 1968.
Στη Γενεύη υπάρχει το γόνιμο έδαφος για τα φιλελληνικά αισθήματα. Θα θυμηθούμε τον Εϋνάρδο, τον τραπεζίτη, που στήριξε την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά και τα βήματα πολλών καλλιτεχνών που κατευθύνονταν στην Ελλάδα για να τη ζωγραφίσουν ή να τη φωτογραφίσουν. Πρόσφατη είναι η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη των δύο Ελβετών αρχαιολόγων, του Waldemar Deonna (1880-1959) και του Paul Collart (1902-1981), που φωτογράφισαν την Ελλάδα.
Ο Μπουασονά είναι γνωστός στη χώρα μας από τις ελληνικές διαδρομές του, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι ο πλούτος του αρχείου του είναι ανεξάντλητος. Προσωπικότητες από όλη την Ευρώπη έσπευδαν να φωτογραφηθούν από τον δεξιοτέχνη Ελβετό.
Ηταν ένα μεγάλο όνομα της φωτογραφικής τέχνης και ήδη από το 1900 είχε κερδίσει αρκετά μετάλλια στη Διεθνή Εκθεση των Παρισίων. Ανάμεσα στο Παρίσι, τη Γενεύη, τη Λυών και την Αγία Πετρόπολη, πόλεις όπου διατηρούσε κατά καιρούς στούντιο, είχε στήσει έναν διευρωπαϊκό άξονα δραστηριοτήτων. Αυτήν την προσωπικότητα είχε θελήσει να συναντήσει και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που ως γνήσιος εκσυγχρονιστής είχε αντιληφθεί τη συμμετοχή της τέχνης και της αρχιτεκτονικής στην οικοδόμηση μιας σύγχρονης κοινωνίας.
Ο Βενιζέλος, που παρακολουθούσε τη διεθνή κίνηση στη φωτογραφία (είχε επισκεφθεί και τον οραματιστή Αλμπέρ Kαν, που οι φωτογραφίες των Αρχείων του για τη Θεσσαλονίκη παρουσιάζονται τώρα στο Μουσείο Μπενάκη), είχε διευκολύνει τα ταξίδια του Μπουασονά και είχε συμπεριλάβει αρκετές φωτογραφίες του στη φωτογραφική έκθεση για την τουριστική προβολή της Ελλάδας το 1919, στο Παρίσι αρχικά και μετέπειτα στις ΗΠΑ.
Ενα άλλο φιλόδοξο σχέδιο, η ανάθεση εκ μέρους του Βενιζέλου της παραγωγής βιβλίων τέχνης με θέμα τις «Νέες Χώρες», ποτέ δεν ολοκληρώθηκε λόγω της Μικρασιατικής Kαταστροφής. Είναι βέβαιο, όμως, ότι οι φωτογραφίες και τα λευκώματα του Μπουασονά είχαν συμβάλει στη διάρκεια του Μεσοπολέμου στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης για την Ελλάδα. Μια άλλη ματιά, λιγότερο απλοϊκή και περισσότερο απαιτητική, είχε αρχίσει να γεννιέται. Ο Μπουασονά είχε αναδειχθεί ατύπως σε έναν πρεσβευτή της σύγχρονης Ελλάδας.
Βιβλιογραφία
- «Fred Boissonnas» ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΖΕΝΑΚΟΣ – Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2002 εφ. Το Βήμα
- Μπουασονά Φρέντ – Frederic Boissonnas (1858-1946) http://openarchives.gr/view/415653
- http://thesprotia-news.blogspot.com/2010/01/frederic-boissonnas-1858-1946.html
- http://www.fotoart.gr/arthra/stathatos/fredboissonnas.htm
- http://www.hch.culture.gr/newtypo/index.php?id=110
- Ελλάδος περιήγησις, Εκδ. ΜΙΛΗΤΟΣ 2009, ISBN 978-960-464-002-7
- Les Alpes Valaisannes. Georges Bridel, 1911, Lausanne.
- “La route du Loetschberg” Jegerlehner Johannes 1917, Genève
- http://www.tanea.gr/politismos/article/?aid=4657309
- Des Cyclades en Crète au gré du vent. Πρόλογος Gustave Fougères. Αρχαιολογικές σημειώσεις G. Nicole. Genève, Boissonnas & Co. Éditions d’Art et de Sciences, 1919
- La Dent du Midi, Champery, et le Val d’Illiez. Με τη συνεργασία του H.-F. Montagnier. Geneve, Editions d’Art Boissonnas, 1923
- http://krasodad.blogspot.com/2010/09/blog-post_8810.html